ORAL HISTORY ARCHIVE

Download here

Name (Ονοματεπώνυμο): Pantechi-Pantouri Giorgoula / Παντέχη-Παντούρη Γιωργούλα
Sex (Φύλο): Female (Γυναίκα)
Year of Birth (Έτος Γέννησης): Before (Πριν το) 1960
Place of Birth (Τόπος Γέννησης): Kyrenia (Κερύνεια)
Nationality (Ιθαγένεια): Cypriot (Κυπριακή)
Community (Κοινότητα): Greek-Cypriot (Ελληνοκυπριακή)
Occupation (Επάγγελμα): Retired (Συνταξιούχος)
Refugee (Πρόσφυγας): Yes (Ναι)
Language (Γλώσσα Καταγραφής): Greek (Ελληνική)
Related to Killed or Enclaved or Missing persons (Σχετίζεται με Σκοτωμένους ή Εγκλωβισμένους ή Αγνοούμενους): Yes (Ναι)
Serving the army in some capacity at the time (Υπηρετούσε στο στρατό με κάποια ιδιότητα κατά την περίοδο εκείνη): No (Όχι)
Lived in Refugee Camp (Έζησε σε Προσφυγικό Καταυλισμό): No (Όχι)

Νικολέττα Χριστοδούλου: Γιωργούλα, τι θυμάσαι ή τι γνωρίζεις για το ’74;  Τι σου λέει τούτη η ημερομηνία;
Γιωργούλα Παντέχη-Παντούρη: Κατ’ αρχήν τούτη η ημερομηνία είναι μία πάρα πολύ αξέχαστη ημερομηνία για μένα.  Και για μένα και για πολλές [επόμενες] γενιές ...γιατί είναι πολύ σημαντική ...για την ιστορία μας.  ...Ξεκίνησε μια περίοδος πολύ άσχημη για την Κύπρο, με ανεπανόρθωτες ζημιές, και πιστεύω ότι ...μας έφεραν σε αντιπαράθεση, [σε]  δύσκολη θέση και είναι πολύ δύσκολο να ξεπεράσουμε τη δυσκολία που βιώνουμε τώρα.  Το ’74 ...μετά από το πρώτο πραξικόπημα που έγινε από τη χούντα των Αθηνών και ...τους δικούς μας που είχαν λάβει μέρος στην Κύπρο, έγινε η αφορμή για να συντελεστεί η εισβολή στην Κύπρο.  Την οποία ...οι Τούρκοι προγραμμάτιζαν από καιρό και με την ευκαιρία τούτη έγινε η εισβολή.  Με ...τα γνωστά αποτελέσματα, ... [ένα] μεγάλο και παραγωγικό μέρος της Κύπρου να είναι στα χέρια των Τούρκων.
ΝΧ: Τι θυμάσαι από εκείνη την ημέρα;  Εκείνο το πρωί πού ήσουν;
ΓΠ: Δύσκολες αναμνήσεις τούτες.  Κατ’ αρχήν το βράδυ ...προς το ξημέρωμα της 20ης Ιουλίου είμασταν συνεχώς ξαγρυπνισμένοι γιατί είχαν προηγηθεί τα γεγονότα του πραξικοπήματος.  Ανάβαν φωτιές στον Πενταδάκτυλο και είχαν αρχίσει την προηγούμενη νύχτα να μαζεύουν κόσμο για να τον πάρουν δεν ξέρω πού.  Ήταν να τους μαζέψουν για να τους πάρουν να τους στρατολογήσουν. Ε, και είμασταν αναστατωμένοι με τούτη όλη την ιστορία.  Ε, οπότε το πρωί της 20ης Ιουλίου κατά τις 5:30 η ώρα ακούσαμε ξαφνικά τα αεροπλάνα, τα οποία άρχισαν ...να έρχονται από την πλευρά της θάλασσας [και] να πηγαίνουν προς το εσωτερικό της χώρας.  Και ...όταν έγινε δυο-τρεις φορές αυτό το πράγμα, αμέσως είχαμε πει ότι έγινε πόλεμος.  Εγώ συγκεκριμένα, την ημέρα εκείνη ...μόλις είδα τα αεροπλάνα, είχα πάει στο παράθυρο του μπάνιου και κοίταξα κάτω τη θάλασσα και είδα ότι ήταν γεμάτη πλοία...  Και αντιληφθήκαμε ότι είναι πόλεμος... είχε αρχίσει.
ΝΧ: Γνωρίζατε τι θα γίνει; Καταλάβατε αμέσως ότι ήταν οι Τούρκοι ή διερωτηθήκατε;  Τι κάνατε;
ΓΠ: Ήταν αναμενόμενο... Το λέγαμε μεν αλλά δεν θέλαμε να πιστέψουμε ότι μπορούσε να συμβεί τέτοιο πράγμα.  ...Δεν είχαμε διερωτηθεί καθόλου.  Εγώ μόλις είχα δει από το παράθυρο τα πλοία στη θάλασσα είπα ‘άρχισε ο πόλεμος’.  ...Μόλις το αεροπλάνο πήγε μια φορά και μετά ξαναγύρισε, αμέσως είπα ‘πόλεμος’.  Δηλαδή χωρίς δεύτερη σκέψη ...ήταν πραγματικότητα.  Και ύστερα όταν είδα από... το παράθυρό μου τη θάλασσα γεμάτη πλοία, είπα ‘ξεκίνησε ο πόλεμος’.  ...Ήταν πολύ άσχημη εμπειρία τούτη.  ...Ήταν 5:30 η ώρα το πρωί.  Και μετά άρχισε το ράδιο να λέει έγινε επιστράτευση και εμείς προσπαθήσαμε να φύγουμε από το σπίτι μας και μετά άρχισε η όλη... φασαρία του πολέμου κανονικά. ... Εγώ είχα πάρει το μωρό που κοιμόταν στο κρεββάτι και όπως ήταν κοιμισμένος τον πήρα.  Ήταν δύο μηνών και είκοσι ημερών.  Και το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα να πάρω ήταν να βάλω ένα γάλα, ... [και] δυο-τρία ρούχα.  ...Ήταν μια σπηλιά εκεί δίπλα, που πήγαμε μέσα για να κρυφτούμε, αλλά στη βιασύνη μας πάνω δεν είχα βάλει το μπιμπερό του μωρού.  Πήρα το γάλα και δεν είχα πάρει το μπιμπερό οπότε τελικά ξαναπήγε ο άντρας μου να το φέρει.  Το έφερε, μετά μας άφησε εκεί στην σπηλιά και ...μόλις είπε το ραδιόφωνο ότι έγινε επιστράτευση, έδωσε εντολή να προσέχω το μωρό κι έφυγε.  Και μέχρι τώρα δεν ξέρουμε τι έγινε...  Είναι αγνοούμενος.  Ε, τις υπόλοιπες μέρες μείναμε μέσα στη σπηλιά.  Είμασταν ...καμιά εικοσαριά άτομα.  Δεν είχαμε βγει καθόλου από τη σπηλιά γιατί δεν μπορούσαμε.  ...Βομβαρδίζανε συνέχεια τα αεροπλάνα, τα πλοία.  Ήταν κόλαση.  Άναβαν φωτιές, καπνοί, ε, και κλαίγαμε συνέχεια εμείς.  ...Είχαμε πάρει ράδιο μαζί μας και ακούγαμε τι λεγόταν.  Άλλοι κλαίγαμε, άλλοι... [αναστενάζει]  Ήταν πολύ δύσκολα τα πράγματα.  Σταμάταγε ο ένας να κλαίει, ξεκίναγε ο άλλος.
ΝΧ: Πόσες μέρες είσασταν σε αυτή την κατάσταση;
ΓΠ: Μέχρι τη Δευτέρα που ...μας είχαν πει για... εκεχειρία.  Και όταν ...μας είπαν ότι τώρα είναι εκεχειρία και ...βγήκαμε έξω από τη σπηλιά, δεν προλάβαμε να μετακινηθούμε λίγο και άρχισαν ...να μας βάλλουν τα αεροπλάνα, τα πλοία.  Ήταν περισσότερα απ’ ό,τι ήταν προηγουμένως.
ΝΧ: Πόσος κόσμος υπήρχε εκείνες τις ημέρες στη σπηλιά;  Τους γνωρίζατε;  Πώς ήταν ο χώρος;  Φαντάζομαι δεν φεύγατε από εκεί, πώς επιβιώνατε;
ΓΠ: Ήταν μεγάλη σπηλιά. ... Είμασταν όλοι γείτονες εκεί... κάπου 20 με 25 άτομα.  ...Δεν φεύγαμε.  ...Ο κάθε ένας κάτι είχε πάρει εκείνη την ώρα, ας πούμε ο ένας είχε πάρει παξιμάδια... Ήταν και μια πηγή του νερού δίπλα μας [αν] θέλαμε να πάρουμε νερό, αλλά ήταν και τόση η στεναχώρια μας που ούτε φαϊ δεν θέλαμε ούτε νερό ούτε ψωμί ούτε τίποτε.  Ήταν τόση η έντασή μας, η αγωνία μας, τι απογίναν οι δικοί μας.  Και ύστερα που άρχισαν να έρχονται κάποιοι στρατιώτες και τους έβλεπες ταλαιπωρημένους, δεν μιλούσαν από τη στεναχώρια τους, όλα αυτά έκαναν το κλίμα πάρα πολύ βαρύ ...για να σκεφτείς και ορισμένα άλλα πράγματα.  Αλλά ...άμα υπήρχε ...καμιά ανάπαυλα ή οτιδήποτε ... πήγαιναν να φέρουν νερό, κάποιος να πάει να φέρει νερό ή να πεταχτεί να φέρει κάτι από το σπίτι, γιατί τα σπίτια ήταν κοντά.  Οπότε ...με τούτο τον τρόπο [επιβιώσαμε].
ΝΧ: Το γεγονός ότι ο άντρας σας είναι αγνοούμενος είναι πολύ οδυνηρό και δεν ξέρω αν θέλετε να μου μιλήσετε για τούτο.
ΓΠ: [αναστενάζει] ...Ήταν περίπου η ώρα 10 το πρωί της πρώτης μέρας[;] [αναστενάζει]... Ήταν ...πάρα πολύ έντονη η κατάσταση.  [Αργότερα] ...με πήραν τα κλάματα και δεν μπορούσα να σταματήσω, δηλαδή σκεφτόμουν τι γίνεται, ποιοι ήταν στον πόλεμο, ποιοι ήταν μέσα στην πρώτη γραμμή.  Ο κάθε ένας σκεπτόταν τον δικό του άνθρωπο.  ...Συγκεκριμένα ο άντρας μου ήταν τέσσερα αδέλφια.  Είχε τα τρία αδέλφια μες τον πόλεμο...  Οι τρεις ήταν στην εθνική φρουρά και ο άντρας μου ήταν ...έφεδρος...
ΝΧ: Όταν έφυγε εκείνο το πρωί έκτοτε δεν τον ξαναείδατε;
ΓΠ: Δεν τον ξαναείδα, ...όχι.  Κι έτσι όταν φεύγαμε από το σπίτι μου, σε κάποιο στάδιο είχα σταματήσει και γύρισα να το ξαναδώ γιατί κάτι μού ’λεγε μέσα μου ότι ‘δες το σπίτι σου γιατί δεν ξέρεις αν θα ξανάρθεις...’ και όντως δεν ξανάρθα.
ΝΧ: Το νιώθατε αυτό;  Διότι άλλοι με τους οποίους μιλώ λένε ότι ‘νομίζαμε ότι θα ξαναπάμε πίσω’...
ΓΠ: ...Όλη την ώρα που έφευγα και γύρισα πίσω μου, και κάτι μου έλεγε...  Την ώρα που μάζευα τον Γρηγόρη, ...το μωρό, είχα ανοίξει το συρτάρι της τουαλέτας μου [όπου] είχα την καρτέλα του, από το νοσοκομείο που είχε γεννηθεί, που ήταν το όνομά του πάνω.  ...Είπα μπορεί να μου συμβεί κάτι στο δρόμο, να ξέρουν ποιου είναι το μωρό.  Δεν ήθελα να μείνει το παιδί μου και να αναρωτιούνται ποιος είναι ή οτιδήποτε.  Και την έχω μέχρι τώρα.  ...Σε κάποιο στάδιο [όταν φεύγαμε] σταμάτησα και γύρισα πίσω μου, γιατί ήθελα να ξαναδώ το σπίτι μου.  Αλλά ...θυμάμαι ...ότι η μαμά μου έλεγε ...‘πάντα άμα φεύγετε, ξανακοιτάζετε [πίσω]... για να ξαναεπιστρέψετε στο σπίτι σας’...  Αλλά εγώ την ώρα που γύρισα πίσω λέω ‘δεν θα ξαναεπιστρέψω στο σπίτι μου...’.  Δεν ξέρω ίσως επειδή ήταν πολλά... προβλήματα... πάρα πολλά, πριν συμβεί ...όλη [αυτή] η κατάσταση.  Και με είχαν προβληματίσει και για [το] πού πάμε, πού θα φτάσουμε και με το πραξικόπημα.  Γιατί όταν αρχίσαμε ... να τρωγώμαστε μεταξύ μας και να... συμβαίνουν γεγονότα, ανατινάξεις, το ’να τ’ άλλο, με προβλημάτισε πάρα πολύ.  Γιατί έλεγα ...δουλεύεις σ’ ένα χώρο και δεν ξέρεις αν ο διπλανός σου είναι τώρα φίλος σου ή είναι εχθρός... ή... [αν] πρέπει να τον καταδώσεις ή να σε προδώσει.  Γιατί ήταν τέτοιες καταστάσεις.  Παρακολουθούσε ο ένας τον άλλον και [για] ορισμένα πράγματα δεν ήξερες ως πού ήταν η αλήθεια.  Και εμένα με είχε... προβληματίσει πάρα πολύ [αυτό] το πράγμα, πριν την εισβολή.  Όπως με προβληματίζει και τώρα [η κατάσταση].  Πάρα πολύ.
ΝΧ: Μετά την εκεχειρία φύγατε από τη σπηλιά.  Τι κάνατε;
ΓΠ: Φύγαμε από τη σπηλιά [και] ήρθαμε κάτω Δευτέρα ...βράδυ.  Αν θυμάμαι καλά την ώρα, η εκεχειρία έγινε η ώρα 4.  Ε, σε κάποιο στάδιο σταμάτησαν να μας βάλλουν και καταλήξαμε στο πατρικό μας σπίτι...  Οι υπόλοιπες μέρες που ακολουθήσαν, ήταν εξίσου βασανιστικές.  Διότι το σπίτι μας ήταν μέσα στο δρόμο κι έβλεπες.  Θυμάμαι ...που είδα στρατιώτες [που] έρχονταν από τον Άγιο Γεώργιο, το Πέντε Μίλι τούτα... [τα μέρη] και επειδή αγωνιούσαμε, τους ρωτούσαμε αν είδαν ...[κάτι]  Τους ρωτούσες ‘τι είναι’ και δεν ήξεραν πού ήταν τα παιδιά... Δηλαδή θυμάμαι... πάρα πολύ χαρακτηριστικά, ...ένα στρατιώτη, ο οποίος ήρθε... φορώντας ...στο ένα του πόδι είχε παντελόνι ...και το άλλο... το πόδι είχε ένα κομμάτι μόνο... ήταν σκισμένο.  ...Και μου λέει ‘κυρία, πού είμαστε’ και του λέω ‘δεν ξέρεις πού είσαι’.  Του λέω ‘στη Λάπηθο’.  Μου λέει ‘δεν ξέρουμε’ ...και μου είπε ότι ήταν από το 256[;], 251[;], ένα από τούτα τα τάγματα που αποδεκατίστηκαν. Και του λέω ‘θέλεις κάτι να σου φέρω’, μου λέει ‘ναι, να μου δώσεις λίγο νερό’.  Και τον βρήκα μετά από πολλά χρόνια και με είδε και με θυμήθηκε.  Και λέω εγώ ...για να με θυμάται μετά από τόσα χρόνια...  Ούτε που πέρασε από το μυαλό μου.  Θυμάμαι όμως... μου είπε ‘εσύ είσαι που μου έδωσες νερό και ήπια μες την Λάπηθο’, λέω, ‘ναι, κάποιος μου ζήτησε [νερό]’, αλλά δεν [τον] θυμόμουν.  Και αναρωτήθηκα ...πόση ανάγκη το είχε για να θυμάται τούτο το πράγμα... και μετά από τον πόλεμο κι έτσι που ήταν και έλεγε ότι διαλύθηκε το τάγμα του και δεν ήξεραν πού πηγαίνουν.  ...Του είχα πει... ‘προχώρα προς τα κάτω, καλά πας’.  Και κάθε λίγο έρχονταν... [σε τέτοια κατάσταση].  Εντωμεταξύ εγώ σκέφτομουν τον Πενταδάκτυλο [που] συνέχιζε να καίγεται.  Δεν θα το ξεχάσω ποτέ μου... [πώς] ήταν η ατμόσφαιρα, γιατί πραγματικά νόμιζα ότι... ζούσα σε άλλο κόσμο, ότι ήμουν στην κόλαση...  Σαν να ήμουν κάτω από τη γη [και] ήταν... μια σκοτεινιά, έπεφταν από τούτα τα καρβουνάκια από τη φωτιά κι εμείς έπρεπε να περιμένουμε.  Ο ήλιος δεν μπορούσε να περάσει από το σύννεφο του καπνού που απλωνόταν.  Το σύννεφο ήταν... παχύ και γινόταν μια ατμόσφαιρα άλλως πως, που δεν την ξανάζησα προηγουμένως.  Ούτε [και] μετά από εκείνη την περίοδο μου ξανάτυχε να ζήσω τέτοια ατμόσφαιρα.  ...Περάσαμε Τρίτη, Τετάρτη ...με την αγωνία.  Προσπαθούσαμε να δούμε τι είναι [αυτό] που γίνεται, γιατί εμείς είχαμε και δικούς μας στον Άγιο Γεώργιο και περιμέναμε να δούμε, να μάθουμε νέα τους...  Επειδή εμείς ξέραμε από τις ιστορίες τι γινόταν, μας έπιασε ανησυχία μπας και καταλήξανε στα χέρια των Τούρκων.  [αναστενάζει] ...Σημείωσε ότι δεν μπορούσαμε να κοιμηθούμε καθόλου.  Δηλαδή από... την ημέρα της εισβολής  ως την Πέμπτη δεν είχαμε κλείσει μά-τι, ούτε μπορούσαμε να κοιμηθούμε.  Και την Πέμπτη το μεσημέρι εγώ έπιασα το Γρηγόρη και πέσαμε στο κρεββάτι της μάνας μου και λέω ‘δεν με νοιάζει ... αν ρίξουν το σπίτι [γελάει] έ, να πέσει και το σπίτι πάνω μας και ό,τι... γίνει’...  Εντωμεταξύ εκείνη την ώρα ακουγόταν μια φωνή ‘φεύγουμε, φεύγουμε’ και ως τώρα διερωτώμαι πού πήγε εκείνος ο ύπνος όλος, εκείνη η κατάσταση που είχαμε.  Ε, και μετά μπήκαμε μέσα στα αυτοκίνητα και φύγαμε από την Μύρτου και κατευθυνθήκαμε προς το Τρόοδος.  ...Στο Τρόοδος μας πρόλαβαν... αστυνομικοί, ...μας πήραν στο Προεδρικό και μας έβαλαν μέσα στα δωμάτια που ήταν το... εφεδρικό... Το Προεδρικό ήταν λεηλατημένο, [οι] πόρτες ήταν σπασμένες, αλλά... για μας ήταν μια στέγη και κάτσαμε εκεί.  ...[Είχαμε] πάει στην πλατεία του Τρόοδος,  ...κάπου ένα-δυο χιλιόμετρα πιο πέρα ήταν το Προεδρικό και μας πήραν και μας κατέβασαν κάτω.  Μας ρώτησαν αν έχουμε συγγενείς... και τους είπαμε ότι δεν έχουμε κανέναν [και] μένουμε μέσα στο αυτοκίνητο ώσπου να περάσει.  Μας λέει ‘να σας πάρουμε μέσα... στις παράγκες του Προεδρικού’ και μας πήγαν στο Προεδρικό.  [Ήταν] η εξοχική κατοικία του Προεδρικού... και κάτσαμε εκεί περίπου ως το Σεπτέμβρη [του ’74]...
ΝΧ: Φαντάζομαι τα συναισθήματά σας, όπως και τώρα που μου μιλάτε, ήταν ανάμεικτα.  Βρεθήκατε εν μέσω πολεμικών συρράξεων με άμαχο πληθυσμό και στρατιώτες να μετακινούνται συνεχώς.  Μαθαίνατε νέα για τους δικούς σας από στρατιώτες που επέστρεφαν;
ΓΠ: Ναι, μαθαίναμε. ... Όταν βλέπαμε στρατιώτες η πρώτη μας ερώτηση ήταν ‘τι έγινε, πες τε μας πώς έγινε, πού είσασταν, αν είδατε κάτι’.  Ή πολλές φορές όταν τους βομβάρδιζαν, έτυχε να δούμε στρατιώτες που δεν μπορούσαν να μας πουν, έκλαιγαν και κάπου θέλεις να το σεβαστείς...  Άμα έβλεπες τον στρατιώτη έτσι, κάπου θέλεις να το σεβαστείς.  Αλλά... τούτη η ιστορία συνέχισε, [δηλαδή] να... κατεβαίνεις να ρωτάς, να μαθαίνεις.  Και μετά που πήγαμε στο Τρόοδος, είχαμε συνέχεια τούτη την αγωνία.  Ε, και μετά φτάσαμε στο... Σεπτέμβρη που μας κάλεσαν [και] πήγαμε [στη] δουλειά.  Εγώ είχα πάει σ’ ένα σχολείο που ήταν κοντά.  Δημιουργήθηκε μια... επιτροπή για τους αγνοουμένους,... αλλά τούτης της κατάστασης είχε προηγηθεί η ανταλλαγή αιχμαλώτων και κάθε απόγευμα έφερναν κάποιους.  ...Τα λεωφορεία... έφερναν αιχμαλώτους από τα τούρκικα, μετά από κάποιες συμφωνίες που είχε κάνει... η κυβέρνηση.  Και η αγωνία ήταν να λες ‘να πάμε σήμερα να δούμε αν θα έρθουν και οι δικοί μας’.  Και εκεί ήταν πολύ σπαρακτικό, ...και για εκείνους που έρχονταν και για εκείνους που περίμεναν.  Άλλοι έκλαιγαν, άλλοι λιποθυμούσαν, πολύ... τραγικό πράγμα.  Εγώ πήγαινα κάθε βράδυ, αλλά την τελευταία φορά που πήγαμε και δεν είχαμε [νέα] ούτε στο τελευταίο [λεωφορείο]... ήταν πολύ... άσχημη κατάσταση.  Και μετά από τούτη την ταλαιπωρία,... μπαίνεις πια σε άλλη διαδικασία  Γιατί κάθε βράδυ που πήγαινες έλεγες ‘εντάξει, αύριο’.  Άμα ήρθε και το τελευταίο αύριο και δεν είχες οτιδήποτε έγινε πολύ βαρύ... το κλίμα. Ε, κι αρχίζεις να βιώνεις πια ένα άλλο μαρτύριο...  Το... μαρτύριο... της υπόθεσης ήταν τούτη η κατάσταση που... δεν μπορούσε να σου πει κάποιος σίγουρα ‘έτσι είναι τα πράγματα’, να το πάρεις απόφαση.  Και εκεί που επιστράτευες τη λογική σου... [και] ήθελες να πείσεις τον εαυτό σου ότι τούτος ο πόλεμος είχε τούτα τα αποτελέσματα, ξαφνικά έρχονταν κάποιος να σου πει ‘μην πιστεύεις εκείνα που σου λένε, γιατί κι εγώ ήμουν πληγωμένος, με πήραν για πεθαμένο και ...είμαι μια χαρά τώρα’.  Οπότε κάπου είναι κι ανθρώπινο να θέλεις να ελπίζεις, άλλαζε η ψυχολογία σου.  Ύστερα από λίγο καιρό, ερχόταν άλλος και σου έλεγε ‘μα πού ξέρει εκείνος, πού είδε και είπε... τούτο το πράγμα;’ οπότε όταν... τα ακούς αυτά τα πράγματα, αρχίζεις κι εσύ να χτίζεις την δική σου θεωρία.  Ότι κανένας δεν μπορεί να σου πει σίγουρα, οπότε ή το παίρνεις απόφαση ή περιμένεις...  Είναι μεν δύσκολα, αλλά είναι η πραγματικότητα.  Όμως και πάλι είναι ανθρώπινο να θέλεις να μάθεις.  Κάπου σου ξεφεύγει πάλι η ψυχή σου και λες ‘καλά γιατί το παίρνεις έτσι’, δεν ξέρεις εκείνο που γίνεται, για τίποτε δεν μπορείς να είσαι απόλυτος.  Και μέχρι τώρα πιστεύω ότι για τίποτα δεν μπορείς να είσαι απόλυτος, αλλά στην συγκεκριμένη περίπτωση μετά από τόσα χρόνια ...[με] τούτα όλα που άκουσα και που διάβασα, ...πιστεύω ότι δεν πρέπει να ελπίζουμε οτιδήποτε.  Ύστερα είχα και το παιδί μου που... μεγάλωνε.  Ήρθε η ώρα που ήταν να πάει σχολείο οπότε σε κάποιο στάδιο έπρεπε κάτι να του πω του Γρηγόρη.  Από την αρχή δεν του είπα οτιδήποτε, ούτε ψέμματα του είπα ούτε ήθελα να μπει στην φιλοσοφία τη δική μου,... τούτο το πάνω κάτω.  Ήθελα να... έχει μια ηρεμία, δηλαδή να μην περιμένει.  Και μια ημέρα που βλέπαμε έργο στην τηλεόραση και ήταν πολεμικό, λέω ‘Γρηγόρη μου έλα να δεις τούτο το έργο να δεις τι γίνεται στον πόλεμο[;]’.  Του λέω ‘κοίταξε να δεις, ...τι γίνεται στον πόλεμο.  Η μάχη τελειώνει και άλλοι φεύγουν, άλλοι μένουν στο πεδίο της μάχης.  ...Φαίνεται ... ο πατέρας σου ήταν τούτης της κατηγορίας’.  Οπότε του το είπα με τέτοιο τρόπο.  Και είχα κάνει μετά μια προσπάθεια να πιάσω την δασκάλα του παιδιού, και της είπα ότι θέλω να πει ...κάτι στην τάξη, για... τούτους που χάθηκαν στον πόλεμο.  Τουλάχιστον έχουν ένα πρόβλημα τα παιδιά ότι δεν έχουν τον πατέρα τους, κάπου να το πάρουν και λίγο πάνω τους, τουλάχιστον δεν έχουν τον πατέρα τους αλλά να έχουν κάτι που...  Και μου είπε η δασκάλα ‘δεν ξέρω τι του είπες του γιού σου, αλλά τελικά ο γιός σου μας έκανε μάθημα στην τάξη’.  ...Δεν ξέρω τι τους είπε, αλλά μου είπε τούτο το πράγμα.  Ε, για να είμαι ειλικρινής, ...εγώ ευχαριστήθηκα τότε... και συνεχίσαμε τη ζωή μας [αναστενάζει] μέσα από τούτα τα ανεβοκατεβάσματα, εγώ προσωπικά.
ΝΧ: Δηλαδή είτε έτσι είτε αλλιώς θα προτιμούσατε να ξέρετε.
ΓΠ: ...Ναι.  Θα προτιμούσα να ήξερα γιατί όσο και να λογικευτείς και να βάλεις κάποια πράγματα [σε τάξη], φαίνεται ότι μέσα σου, η ψυχή σου σου λέει άλλα πράγματα.  Τουλάχιστον... για ένα χρονικό διάστημα, για ένα, δύο ή τρία χρόνια, παραδείγματος χάριν,... και κάθε λίγο ήταν [έτσι].  Θυμάμαι ότι [λέγαμε] αν έβγαινε ο τάδε πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών θα λύσει το πρόβλημα, άντε και να λύσει το πρόβλημα μετά, να δούμε τι γίνεται.  ...Δεν λέω ότι τώρα σκέφτομαι ότι υπάρχει οτιδήποτε..., αλλά για εκείνο το χρονικό το διάστημα είμασταν πάνω κάτω.  Όχι μόνο εγώ, όλος ο κόσμος... που είχαμε τούτο το πρόβλημα.  Αλλά πραγματικά το μεγάλο μαρτύριο ήταν ...που δεν ήξερες.  Ή ορισμένοι μπορεί να ήξεραν ή καμιά φορά καταλάβαινες από τις κουβέντες που σου έλεγαν ότι κάποιοι κάτι ήξεραν, αλλά να σου πουν εσένα οτιδήποτε καθαρά, δεν ...έλεγαν.  ...Μπορεί μεταξύ τους να έλεγαν, αλλά [σ’] εμάς δεν έλεγαν τίποτα.
ΝΧ: Πιστεύετε ότι υπάρχουν κάποιοι που ξέρουν;
ΓΠ: Τώρα όχι.  Δεν πιστεύω ότι ξέρουν και δεν μας λένε,... γιατί διάβασα τις μαρτυρίες.  Απλά ...μέσα στην... ανακατωσούρα της μάχης μπορεί να μην μπορείς να δεις.  Εδώ καμιά φορά μπορεί να γίνει δυστύχημα μπροστά σου, τους βλέπεις μπροστά σου και ξαφνικά σε κλάσματα δευτερολέπτου δεν βλέπεις τι ακριβώς γίνεται.  ...Εκείνη την ώρα ...ο καθένας προσπαθούσε να σώσει τον εαυτό του.  Απλά ...τούτοι που σου λένε υπολογίζουν ότι σύμφωνα  με τούτα που έγιναν, ...έτσι πρέπει να έγινε.  Αλλά για να δουν και να σου πουν δεν πιστεύω.  Γιατί μετά από πολλά χρόνια κάποιος θα έλεγε κάτι ή τουλάχιστον θα έβγαινε να το έλεγε στην επιτροπή και να το καταγράψει.
ΝΧ: Άρα πώς βλέπετε το θέμα των ευθυνών όσον αφορά αυτό το θέμα;
ΓΠ: ...Εγώ δεν επιρρίπτω σε κανέναν ευθύνες.  Ούτε ...[για] καμιά κυβέρνηση λέω ότι υπήρξε κυβέρνηση που μπορούσε να λύσει τούτο το πρόβλημα και δεν το έλυσε.  Γιατί πολλές φορές που τα σκέφτηκα,... με απασχόλησε πάρα πολύ, έλεγα ότι ...[δεν] θα λυθεί 100% το πρόβλημα.  Και τώρα που γίνεται ταυτοποίηση πιστεύω ότι... [για] κάποιους ανθρώπους δεν θα λυθεί το πρόβλημά τους, θα μείνουν εκεί εσαεί αγνοούμενοι.  ...Δηλαδή ...δεν θα υπάρχει... κάποιος να δώσει μια μαρτυρία για να... πάνε να σκάψουν να βρουν τα οστά ή... κάποιοι τάφοι θα μείνουν κλειστοί.  Αυτό το πράγμα πιστεύω...  Θα λυθεί ως ένα σημείο, αλλά κι ένα κομμάτι του θα μείνει άλυτο.  Άρα δεν πιστεύω ότι θα επιστρέψει και κανένας πίσω, δεν υπάρχει κανένας έτσι.
ΝΧ: Ακούσατε αν επέστρεψε κάποιος πίσω;  
ΓΠ: Όχι... εκτός από έναν Γρηγοράκη που τον βρήκε ο... Εντάξει, ...γι’ αυτό λέω, στην αρχή μπορούσαν κάποια πράγματα... να...[ήταν διαφορετικά].  Ήταν ο Κληρίδης που τον βρήκαν [τον Γρηγοράκη] τότε, ...και δεν θυμούμαι, νομίζω ήταν τον πρώτο χρόνο ή στους πρώτους έξι μήνες, ...αλλά μετά από τόσα χρόνια δεν πιστεύω ότι θα συμβεί τίποτε.
ΝΧ: Σίγουρα κάποιος που είχε αγνούμενο βίωσε την κατάσταση πολύ διαφορετικά.  Θα ήταν πιο εύκολο να δεχτείτε την όλη κατάσταση αν δεν είχατε αγνοούμενο ή είναι πάντα δύσκολο;
ΓΠ: Όχι, είναι πάντα δύσκολο.  Είναι πάντα δύσκολο γιατί εμένα με απασχολεί και το ένα και το άλλο.  Δηλαδή δεν με κάνει το πρόβλημά μου να μην σκέφτομαι το άλλο, που σημαίνει ότι ίσως να με απασχολούσε και πιο πολύ αν δεν είχα τούτο το πρόβλημα.  Γιατί σε κάποιο στάδιο το περιουσιακό ή η προσφυγιά μπορεί να έρχεται σε δεύτερη μοίρα... για μένα.  Αλλά εν τούτοις με απασχολεί πάρα πολύ τώρα.  Δηλαδή όχι τόσο όσο ότι δεν θα πάω σπίτι μου, αλλά τούτο... το μέλλον, τι κληρονομούν τα παιδιά μας, πού θα ζήσουν τα παιδιά μας, τα... εγγόνια μας.  Πιστεύω ότι είναι μια ανεπανόρθωτη καταστροφή στον τόπο μας, δηλαδή απ’ όλη την ιστορία νομίζω ότι τώρα είμαστε στη χειρότερη θέση παρά σε οποιαδήποτε άλλη εποχή.  Θυμάμαι πήγαινα στην Αχειροποίητο και μας έλεγαν ότι για να γλιτώνουν τους πειρατές τράβηξαν την πόλη προς τα πίσω... και πάντα με απασχολούσε.  Και λέω ρε παιδί μου τι εποχές ήταν τούτες, να δουλεύεις όλο τον χρόνο και να έρχονται να σου πέρνουν τα γεννήματά σου, τις περιουσίες σου, το ένα το άλλο και να φεύγουν.  Αλλά δεν πέρασε καν από το μυαλό μου ότι εμείς θα ζούσαμε κάτι πολύ χειρότερο από τις λεηλασίες, [δηλαδή] τούτο που λεηλατήσαν την ψυχή μας, τον τόπο μας, τα σπίτια μας, τους ανθρώπους μας.  Δεν έγινε σε καμιά εποχή τούτο που... έγινε [σ’] εμάς.  ...Προσωπικά, πιστεύω ότι είμαστε στη χειρότερη κατάσταση από ποτέ.
ΝΧ: Ποια είναι η πιο δυνατή εικόνα που έχετε από εκείνες τις μέρες;
ΓΠ: ...[Ότι] βλέπαμε από το άνοιγμα της σπηλιάς τα πλοία μέσα στη θάλασσα, ... τους καπνούς,... [οι] πυρκαγιές που άναβαν από τους βομβαρδισμούς, τους στρατιώτες που έρχονταν ...ταλαιπωρημένοι, κλαμένοι, εκείνη η ατμόσφαιρα... του καπνού.  Όλα τούτα είναι πολύ έντονα ...μέσα στο μυαλό μου.  Νομίζω δεν θα μου φύγουν τούτα, θα τα πάρω μαζί μου.
ΝΧ: Βρίσκετε κάτι καλό σε τούτη την κατάσταση, δηλαδή κάτι που να σας δίνει δύναμη ως πρόσφυγας και ως σύζυγος αγνοούμενου;  Τι είναι εκείνο που μάθατε;
ΓΠ: ...Τι μάθαμε;  Απλά βλέπεις πώς επικρατεί ο δυνατός, την μοίρα του αδύνατου.  Δηλαδή είμαστε αδύνατοι, έχουμε το δίκαιο..., αλλά και πάλι είμαστε καταδικασμένοι ... από τους δυνατούς.
ΝΧ: Και τούτο το βλέπετε γενικότερα;
ΓΠ: Ναι... Πιστεύω ότι τούτο είναι μια αρχή που νομίζω εφαρμόζεται σε άλλους λαούς, δηλαδή απλά συνειδητοποιείς τι είναι ο κόσμος και πώς λειτουργεί.  Ίσως αν δεν ήταν έτσι τα πράγματα να μην παίρναμε είδηση τι γίνεται.  Ε, δεν ξέρω βέβαια με τις ηλικίες [και τις διαφορετικές εποχές] που όλα μαθαίνονται από την τηλεόραση..., αν σχηματίζαμε πάλι τούτη την εικόνα, αλλά τώρα λέω ότι συνειδητοποιήσαμε τα πράγματα, την επικράτεια του δυνατού.
ΝΧ: Τι είναι εκείνο που προσπαθήσατε να μάθετε, να διδάξετε στο γιο σας;  Τι είναι εκείνο που έχει σημασία;
ΓΠ: Να μπορεί να στέκει στα πόδια του μόνος του.  Και τούτο ...το λέω συνειδητά, γιατί όταν σκεφτώ ότι μέχρι τις 5:30 το πρωί είχα το σπίτι μου, είχα τον άντρα μου, το μωρό μου, τους γείτονες, το ένα το άλλο και... σε πολύ λίγη ώρα δεν είχαμε τίποτε από όλα τούτα.  Δεν είχαμε το σπίτι μας, δεν είχα τον άντρα μου, κι άλλοι δεν είχαν τα παιδιά τους, ...ο καθένας μας κάτι δεν είχε.  Μετά από τούτο είπα ότι ...κανένας δεν μπορεί να σου εγγυηθεί πόσο μπορείς να ζήσεις και πόσο μπορείς να υπάρχεις.  Οπότε το πρώτο μου μέλημα ήταν να κάνω το παιδί να μπορεί να στέκεται στα πόδια του και όταν είχε δυσκολία... πάντα του έλεγα να προσπαθήσει.  Του έλεγα ‘βρες λύση’, ...‘εμένα μην με υπολογίζεις, δεν είμαι εδώ, πες ότι είσαι μόνος σου και βρες μια λύση.  Πρέπει να μάθεις να λύνεις τα προβλήματά σου, είτε σου αρέσει είτε όχι.  Πρέπει... να μπορείς να στέκεσαι μόνος σου, γιατί ο πατέρας σου χάθηκε, μπορεί κι εγώ ώσπου να έρθω από τη δουλειά μου να μην υπάρχω, επομένως θα είσαι μόνος σου να παλέψεις, να βρεις τρόπο’.  Έδειχνε ...κατανόηση τότε ο γιός μου γιατί πάντα προσπαθούσε και έβρισκε λύσεις.  Ε, του είχα πει κι εγώ ότι... να βρίσκεις και πρώτη και δεύτερη λύση.  Ακόμα του έλεγα ‘όχι μόνο να βρίσκεις μια λύση, αλλά να βρίσκεις και μια παράλληλη λύση, γιατί μπορεί εκείνο που θα βρείς να μην μπορεί να εφαρμοστεί να βρεις άλλη και μπορεί να μην σου αρέσει η λύση.  Αλλά επειδή άρχιζε να διαμαρτύρεται αν δεν υπήρχε άλλη επιλογή, [του έλεγα] ...είτε φωνάζεις είτε όχι επιλογή δεν υπάρχει, θα την κάνεις ώσπου να διορθωθούν τα πράγματα’.  Και μάλιστα του έλεγα, ‘πες ότι είσαι στην έρημο, πρέπει να βρεις τρόπο να επιβιώσεις αλλιώς είσαι χαμένος’.  Φαίνεται ότι έπιασαν τόπο όλα τούτα, πάρα πολύ τόπο... έγινε ανεξάρτητος το παιδί μου.  Το νιώθω ότι μπορεί να σταθεί από μόνος του οπουδήποτε.  Αλλά ήταν το μέλημά μου τούτο το πράγμα.  Επίσης... πάντα... [όταν] μου έλεγε ότι δεν του αρέσει το φαΐ ...του έλεγα, ‘... κοίταξε, πριν είχε πόλεμο.  Αν ήσουν μεγάλος και ...πιανόσουν αιχμάλωτος, να δούμε τι θα σε ταΐζανε.  Θα ήσουν υποχρεωμένος να τρως.  Γιατί ‘να μην φας’, ‘ρώτα τούτο τους αιχμαλώτους που τους έπιασαν’.  Οπότε ...με τούτο τον τρόπο μάθαμε να τρώμε οτιδήποτε χωρίς να διαμαρτυρόμαστε.  Εγώ πολλές φορές ένιωθα ...τύψεις γιατί σηκωνόμουν το πρωί και είχα να φάω ή να ετοιμαστώ να πάω στη δουλειά μου και... έλεγα ...αν υπάρχει κόσμος που είναι κρατημένος και ταλαιπωρείται και ...ένιωθα τύψεις γιατί εγώ είχα τούτες τις ευκολίες και άλλος κόσμος δεν θα μπορούσε...  Αλλά από την άλλη ύστερα έλεγα στον εαυτό μου, εντάξει, αν όντως είναι έτσι τα πράγματα δεν μπορείς να γίνεσαι έτσι γιατί σκέφτεσαι.  ...Όμως το σκεφτόμουν, πολλές φορές πέρασε από το μυαλό μου.
ΝΧ: Στην προσφυγιά πλέον, τον Σεπτέμβρη, είσασταν στη Λευκωσία;
ΓΠ: ...Στην προσφυγιά... βρήκαμε δυσκολία για να νοικιάσω σπίτι στην Λευκωσία.  Ήταν όλα τα σπίτια κρατημένα και είχε κόσμο που δεν ήθελε ...να νοικιάσει τα σπίτια του, και [ήθελαν] να μην έχεις μωρά, να μην έρχονται οι δικοί σου σπίτι σου, κάτι τέτοιο.  Εγώ συγκεκριμένα βρήκα τελικά ένα σπίτι, κάτι βοηθητικά, αλλά όταν μου είπε ότι δεν δεχόταν να έρχονται ο αδελφός μου ή η μητέρα μου ή η αδελφή μου..., είπα, ‘δεν το θέλω το σπίτι σου, δεν το θέλω, ευχαριστώ, δεν θα το πάρω’.
ΝΧ: Επειδή δεν ήθελε τους δικούς σας;
ΓΠ: Ε, ναι...  Γιατί εντάξει, ναι μεν είχαμε φύγει από το σπίτι μας, αλλά τον εαυτό μας [τον] είχαμε, δεν σημαίνει τούτο ότι έπρεπε να χάσουμε και τον εαυτό μας.  Κι ένα πράγμα που με πείραξε ήταν γιατί χάσαμε τις ρίζες μας στην προσφυγιά.  Με ενοχλούσε τούτο το πράγμα, όχι γιατί πήγαμε σε πιο χαμηλής ποιότητας σπίτια ή οτιδήποτε, ...τούτα πιστεύω ότι [είναι] πράματα που ξαναγίνονται, αλλά τότε είχαμε χάσει ...τις ρίζες μας.  ...Που έβγαινες να πεις μια καλημέρα στη γειτονιά σου, ...να πας στο σπίτι του άλλου, ...χωρίς να τον πάρω τηλέφωνο να του πω.  Έβλεπα φως στην γειτόνισσα της φώναζα και με άκουγε.  ...Τούτα τα πράγματα δεν τα είχαμε πια.  Εντάξει, το πήραμε απόφαση σε κάποιο στάδιο ότι άλλαξε η ζωή μας, πρέπει να προσαρμοστούμε με τα νέα δεδομένα...  Μετά εγώ ενοικίασα στην Κοκκινοτριμιθιά, που ήταν ...κάπου επτά-οκτώ ...μίλια από τη Λευκωσία και έμεινα εκεί τρία χρόνια, ώσπου μας έδωσαν σπίτι εδώ.
ΝΧ: Ενοίκια και άλλα έξοδα έπρεπε να τα καλύπτετε μόνοι σας ή υπήρχε κρατική βοήθεια;
ΓΠ: Όχι, ...ώσπου να οργανωθεί το κράτος και οι υπηρεσίες για να βοηθούν τον κόσμο.  ...Αλλά εγώ δεν είχα πάει ούτε για ενοίκιο ούτε για τίποτε, ...επειδή δούλευα κιόλας...
ΝΧ: Υπάρχει κάτι άλλο που θα θέλατε να μου πείτε; Δεν θέλω να σας κουράζω.
ΓΠ: Όχι, εντάξει.  ...[Το πώς] νιώθεις... άμα θυμηθείς το σπίτι σου.  Πάντα, πάντα εγώ έπαιρνα το αυτοκίνητο και πήγαινα κάτω μέχρι στου Γρηγορίου που είναι το roundabout προς τα κατεχόμενα [και] πάντα έλεγα ‘ρε παιδί μου ας πάρω το αυτοκίνητο πιο κάτω και θα είμαι στην Λάπηθο’...  Και είχα πει στο σπίτι μου ότι αν καμιά φορά γενικά ανοίξουν... οι τόποι μας θα φύγω από το σημείο που είμαι.  Δεν θα ξανάρθω σπίτι μου, μη με ψάχνουν και όντως αυτό έγινε...   Όταν πήγα δουλειά... δεν ...είχα δει από το βράδυ ...[ότι] άνοιξαν τα... οδοφράγματα.  Και όταν πήγα... στη δουλειά μου και μου λένε ‘Γεωργούλλα, άκουσες τι έγινε’, τους λέω ‘τι είναι[;]’, ‘ανοίξαν τα οδοφράγματα...’, τους λέω ‘σοβαρά μιλάτε[;]’, ‘ναι, αλήθεια, έτσι’.  Εγώ πήρα στην αστυνομία και ρώτησα για να δω αν είναι έτσι και μου λένε ‘εντάξει’ και έφυγα από το γραφείο μου και πήγα... στα κατεχόμενα ...βράδυ.  Αλλά είχα φτάσει στη Λάπηθο, γύρω στις 10:30 το βράδυ, έβρεχε, ...ήταν θεοσκότεινα και ήταν παντού τα χόρτα [που] χώνονταν στους δρόμους...  Παρ’ ολίγο να μην βρω τον δρόμο για το σπίτι μας.  Μετά όμως λέω δεν γίνεται, πρέπει κάτι... να έγινε εδώ και πήγα, ήταν κλειστό το σπίτι, το είδα κι έφυγα, γιατί έπρεπε ως τις 12... να επιστρέψουμε πίσω.
ΝΧ: Πήγατε μόνη σας;
ΓΠ: Μόνη μου, ναι.  Βρήκα μια κοπέλλα και την πήρα [από] το δρόμο και πήγαμε μαζί.
ΝΧ: Έκτοτε ξαναπήγατε;
ΓΠ: Ξαναπήγα γιατί ήθελα να δω το σπίτι μου ανοιχτό.  Πήγα σε ...1,5 μήνα νομίζω, κάτι τέτοιο, δεν θυμάμαι ακριβώς, ...και αναστατώθηκα πάρα πολύ.  Δηλαδή όταν ήταν να πάω αναστατώθηκα και δεν μπορούσα να ηρεμήσω γιατί πήγαινα συνειδητά πια.  Και όταν πήγα στο σπίτι μου η μόνη κουβέντα που είπα στα αγγλικά γιατί ήταν Τουρκάλα μέσα στο σπίτι και δεν μιλούσαν ελληνικά, Τουρκοκύπριοι... από την Πάφο, της είπα ‘είμαι η νοικοκυρά του σπιτιού’.  ...Το σπίτι μου το είχα προσωποποιήσει, το είχα κάνει άνθρωπο και μιλούσα μαζί του.  Και ήθελα μάλιστα να πω ότι είμαι και καλύτερη από την νέα νοικοκυρά... που είχε μέσα, την... Τουρκοκύπρια, γιατί ήθελα να με καμαρώσει και να το καμαρώσω.  Έτσι το ένιωθα και όταν της είπα είμαι η νοικοκυρά του σπιτιού, δεν μπορούσα να πω τίποτα άλλο.  ...Γύρισα είδα το σπίτι μου και είπα ότι μακαρίσαν το σπίτι μου, και του έλεγα, ‘πώς σε  έχουν κάνει έτσι σχέδιο [κατάσταση];’ και δεν μπορούσα... να πω τίποτε... άλλο.  Πήγα ήρθα, έκατσα μία ώρα και έκλαιγα.  Απ’ ό,τι μου λέει η αδελφή μου, [όση] ...ώρα έκατσα ερχόταν η Τουρκοκύπρια από πάνω να μ’ αγκαλιάσει, ύστερα με λυπόταν που με έβλεπε ...που έκλαιγα σε αυτή την κατάσταση έφευγε, ξαναρχόταν, αλλά μου στοίχισε πάρα πολύ.  Ε, μου είπε για να μπω μέσα, της λέω όχι δεν θέλω να μπω.
ΝΧ: Δεν μπήκες καθόλου μέσα;
ΓΠ: Δεν μπήκα.  Μπήκα ύστερα που πήγα με τον Γρηγόρη...
ΝΧ: Ενώ την πρώτη φορά που πήγατε βράδυ ήταν λιγότερο οδυνηρό;
ΓΠ: ...Ήταν τόση έντονη η προσπάθεια να πάω, ήταν κάτι διαφορετικό, ...δεν ήταν το ίδιο.  Όταν πήγα για να ...δω το σπίτι μου, ...ήταν μέρα....  Ήξερα ότι ήταν να πάω, ήταν πολύ διαφορετικά τα πράγματα.  Την πρώτη νύχτα πήγα έτσι.  Μπήκα στην αυλή, χτύπησα την πόρτα, ήταν κλειστό το σπίτι και έφυγα.  Αλλά ήταν και είναι έντονη η αγωνία να πάω στον τόπο μου.
ΝΧ: Οπότε την πρώτη φορά δεν συνειδητοποιήσατε τα συναισθήματα;
ΓΠ: Ναι...  Δεν ένιωθα τούτο το πράγμα με το σπίτι μου.  Την δεύτερη φορά που πήγα και ήρθε [η Τουρκάλα] να μου ανοίξει, ήταν να μου κοπούν τα πόδια μου, η μέση μου, ...διαλύθηκα, δεν μπορούσα να μιλήσω.  Νόμιζα ότι είχα άνθρωπο, το σπίτι μου [το] προσωποποίησα, μιλούσα μαζί του. ... Του έδωσα ζωή και ψυχή, πώς το λένε.  [αναστενάζει]
ΝΧ: Πώς νιώσατε βλέποντας την Τουρκάλα;
ΓΠ: ...Δεν είχα τίποτα μαζί της, δηλαδή, δεν μου έφταιξε η Τουρκάλα που ήταν μέσα.  Δεν μου έφταιξε καθόλου.  Ειλικρινά δεν είχα ...το παραμικρό εναντίον της...  Ήταν κι εκείνη για δεύτερη φορά πρόσφυγας, απ’ ό,τι μου έλεγε μετά...  Βέβαια δεν το ήξερα όταν έμπαινα μέσα και... είχε χάσει κι εκείνη ένα γιο στην Κωνσταντινούπολη.  ...Δεν τα ήξερα τούτα για να πω ότι με επηρέασε τούτο το πράγμα, αλλά δεν είχα τίποτα μαζί της.  Όχι, δεν ένιωθα τίποτα εναντίον της.
ΝΧ: Δηλαδή έτσι είχε η κατάσταση, τι χάθηκε, πώς άλλαξαν τα πράγματα.
ΓΠ: ...Ναι. Γιατί πιστεύω ότι κι εκείνοι κάπου θυματοποιήθηκαν, όπως εμείς.  Ο κάθε ένας αγαπά το σπίτι του, τον τόπο του, ...όποιο και να ’ναι το σπίτι του, όποιος και να ’ναι ο τόπος του.  Δεν είχα... ούτε και τώρα έχω τίποτα μαζί τους.
ΝΧ: Είστε πλέον πιο ήρεμη όταν πηγαίνετε στη Λάπηθο ή δεν έχει αλλάξει κάτι;
ΓΠ: Αναστατώνομαι μια βδομάδα πριν ...πάω.  Όταν θα πω να πάω αναστατώνομαι κάποιες μέρες πιο πριν.  Και τώρα βαραίνει η ψυχή μου πάρα πολύ, δηλαδή όταν πηγαίνω, ...αναζητώ το σπίτι μου.  Προχτές λέω ‘Γρηγόρη αποθύμησα την Λάπηθο’..., αλλά και πάλι να πάω να δω, δεν το αντέχω τούτο... το ψυχοπλάκωμα που παθαίνω κάθε φορά.  Γιατί συνειδητοποιείς την κατάσταση.  Και την πρώτη φορά που πήγαμε και είδα το σπίτι μου [και] μετά που ξαναπήγα, ...επειδή ήταν όλα όπως τ’ αφήσαμε, είπα, ‘να μας το δώσουν κι εμείς [θα το] κάνουμε όπως ήταν, δεν θέλουμε τίποτα.  Να μας πουν να έρθουμε σπίτι μας κι εμείς θα καθαρίσουμε τα σπίτια μας’.  Γιατί λέω, ‘άμα καθαρίσαμε τους ξένους ...τόπους, είναι να μην καθαρίσουμε τον τόπο μας;’  Και ήμουν ...ενθουσιασμένη, ότι αν δηλαδή μας αφήσουν να πάμε, ότι δεν υπάρχει πρόβλημα, ας πέρασαν και τόσα χρόνια.  Όμως τώρα συνειδητοποιώ ότι και να πάμε πίσω δεν γίνεται τίποτε.  Χτίστηκαν τόσα πολλά που τι είναι να κάνεις δηλαδή;  Να ξεκινήσουν να [τα] χαλάσουν όλα, δεν γίνεται.  Ή να ξαναγίνουν τα περιβόλια...;  Ενώ στην αρχή που πήγαμε ήταν όπως τ’ αφήσαμε.  Απλά είχε κάνει τη δουλειά του ο χρόνος.  Άλλα σπίτια χάλασαν, άλλα πάλιωσαν.  Τούτα ήταν πράγματα που μπορούσαν να διορθωθούν, δεν είναι κάτι που το θεωρούσα ότι δεν διορθώνεται.  Όμως τώρα βλέπω ότι δεν διορθώνεται κάτι.
ΝΧ: Ακούγοντάς σας να μιλάτε αντιλαμβάνομαι την πίκρα, τις δυσκολίες, την αγωνία, την ανεκπλήρωτη επιθυμία και το πόσο ψυχοφθόρα είναι αυτά τα συναισθήματα.  Είναι όντως έτσι;
ΓΠ: Ναι, ...συνέχεια...  Εγώ μπορώ να πω προσωπικά πάλι ότι η ζωή μου [είναι] ας πούμε ...μέσα σε μια τάξη, ...σε εισαγωγικά..., αλλά [αναστενάζει] έχει κόστος τούτο το πράγμα.  ...Έρχονται στιγμές που νιώθεις άσχημα και προσπαθείς, επειδή ξέρεις ότι αν αφήσεις τον εαυτό σου τα πράγματα θα γίνουν χειρότερα.  Προσπαθείς αμέσως να τα διορθώσεις, να τα επαναφέρεις στη θέση τους.  Αλλά κάθε μια προσπάθεια μοιάζει ...διαρκής, ...συνεχόμενη...  Δηλαδή δεν μπορείς... [και] ούτε πιστεύω ότι ο κόσμος μπορεί να ξεχάσει.  Απλά συμφιλιώνεται με το πρόβλημά του και βρίσκει έναν τρόπο για να επιβιώνει.  Ή αποκοιμίζεις κάτι και δεν το αγγίζεις, το αφήνεις εκεί, αλλά υπάρχει.  Όμως είναι η ζωή, τα παιδιά σου, πρέπει να συμπαρασταθείς, να συμμεριστείς τη ζωή μαζί τους.  Ε, οπότε αντέχεις και το πρόβλημά σου.
ΝΧ: Λίγες μέρες πριν την εισβολή, ποια ήταν η κατάσταση στην Λάπηθο ή ακόμα και πριν το πραξικόπημα;  Εσείς δουλεύατε τότε;
ΓΠ: ...Δούλευα, ναι.  ...Αν πω για τις τελευταίες μέρες πριν από τον πόλεμο, που ήταν μέρες του πραξικοπήματος, η κατάσταση ...ήταν άσχημη.  Διότι ενώ μία φορά είχα να έρθω από το σπίτι μου για να πάρω εδώ στη μάνα μου, μου είπαν ότι είναι curfew και θα σε σκοτώσουμε.  Εγώ δεν ήθελα να πιστεύω ότι θα συμβεί κάτι τέτοιο και όμως τους έβεπες ότι αυτοί σοβαρομιλούσαν.  [Αυτό] ήταν ...μεταξύ Ελληνοκυπρίων, ... [με τους] πραξικοπηματίες.  ...Δεν μπορούσα να καταλάβω το γιατί δηλαδή στην περίπτωση που εγώ συνέχιζα ...θα με σκότωναν.  ...Τι είχα κάνει;...  Και εγώ ερχόμουν πολύ φυσιολογικά, από τον δρόμο, για να πάω στη μάνα μου.   ..Πριν το πραξικόπημα... ήταν ...πολύ ωραία η ζωή στην Λάπηθο, πολύ ωραία η γειτονιά μας, το κλίμα μεταξύ του κόσμου πάρα πολύ ωραίο.  ...Πίσω από το σπίτι μας ήταν το βουνό, άμα ήθελες να περπατήσεις κάπου αλλού, να πας έτσι [κάπου] πολύ ωραία, η εκκλησία μας.  Αφού ξέραμε ποιος κόσμος θα πάει, από τον κόσμο που περπατούσε στον δρόμο και έλεγες ‘α, ο τάδε’.  Καταλαβαίναμε τον καθένα που θα περνούσε από το περπάτημα...  Τα βράδυα μας ήταν πολύ ωραία διότι όλοι μας είχαμε τις αυλές μας, με τα κλήματά μας, που καθόμασταν...  Οι νεαροί θα περνούσαν  και τραγουδούσαν στον δρόμο ώσπου να πάνε από το ένα σημείο στο άλλο, στα κέντρα [διασκέδασης] κοκ...  Βέβαια ο κόσμος τότε δεν είχε αυτοκίνητα, περπατούσε και ήταν διαφορετική η επικοινωνία.  Πολύ ωραία.  ...Νομίζω για μας είναι αξέχαστα.  Δεν ξέρω για τις νέες γενιές αν θα έχουν την ευκαιρία να ζήσουν... την αγνή, ...την καθαρή και την ειλικρινή ...ζωή που είχαμε μεταξύ μας.
ΝΧ: Όμως δεν θα είχαν υπάρξει αλλαγές, ακόμα και αν δεν είχε γίνει η εισβολή;
ΓΠ: ...Πιστεύω θα είχαμε αλλαγές.  Γιατί πολλές φορές κι εγώ πιστεύω ότι καλά, ... αν ήταν να χτίσουμε εμείς, αν ήταν να κάνουμε.  [Όμως] νομίζω ότι θα ήταν κάπως διαφορετικά τα πράγματα, δηλαδή θα υπήρχε ένα μέτρο, θα υπήρχε [μια πιο συγυρισμένη κατάσταση], ναι.  Τούτοι χτίζουν όπου θέλουν, κάνουν ό,τι θέλουν, ενώ θα υπήρχε μία τάξη.  ...Ούτε θα γινόταν η καταστροφή που γίνεται τώρα... στην Λάπηθο.  Όχι μόνο στη Λάπηθο, σε ολόκληρη την επαρχία.
ΝΧ: Σας ευχαριστώ πολύ.